Ετυμολογία

επεξεργασία
except for < → δείτε τις λέξεις except και for

  Πρόθεση

επεξεργασία

except for (en)

  • εκτός από
    It is good work except for a few spelling mistakes.
    Είναι καλή δουλειά εκτός από μερικά ορθογραφικά λάθη.
    Everyone will go except for you.
    Όλοι θα πάνε εκτός από εσένα.
     συνώνυμα: except, → και δείτε τη λέξη besides