- αγγλικά : because (en), συντομομορφή: 'cause (en) (έχει απόστροφο)• σπάνιο: for (en)
- αραβικά : لأنّ (ar) (li’ánna), بِسَبَب (ar) (bi-sábab)
- βουλγαρικά : защото (bg) (zaštoto), понеже (bg) (poneže)
- γαλλικά : parce que (fr)
- γερμανικά : weil (de)
- δανικά : fordi (da)
- εβραϊκά : כי (he) (ki), בגלל (he) (biglál)
- εσπεράντο : ĉar (eo)
- ιαπωνικά : なぜなら (ja) (názenara), だって (ja) (datte)
- ισπανικά : porque (es)
- ιταλικά : perché (it)
- κινεζικά : 因为 (zh) (yīnwèi), 由于 (zh) (yóuyú)
- κορεατικά : ...이기 때문에 (ko) (...igi ttaemune)
- ολλανδικά : omdat (nl), aangezien (nl)
- ουκρανικά : бо (uk), тому що (uk), через те що (uk)
- πολωνικά : bo (pl), ponieważ (pl), z powodu (pl), dlatego że (pl), gdyż (pl)
- πορτογαλικά : porque (pt), já que (pt)
- ρουμανικά : pentru că (ro), din cauză că (ro), datorită (ro)
- ρωσικά : потому что (ru) (potomú što), так как (ru) (ták kak), поскольку (ru) (poskól’ku), ведь (ru) (ved’), ибо (ru) (íbo)
- σλοβενικά : ker (sl)
- σουηδικά : därför att (sv), eftersom (sv)
- τσεχικά : protože (cs)
- φινλανδικά : koska (fi), sillä (fi)
|