ἰός
Αρχαία ελληνικά (grc) Επεξεργασία
Πτώση | Ενικός | Δυϊκός | Πληθυντικός |
---|---|---|---|
Ονομαστική | ἰός | ἰώ | ἰοί |
Γενική | ἰοῦ | ἰοῖν | ἰῶν |
Δοτική | ἰῷ | ἰοῖν | ἰοῖς |
Αιτιατική | ἰόν | ἰώ | ἰούς |
Κλητική | ἰέ | ἰώ | ἰοί |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ἰός (δηλητήριο, σκουριά[1] [2]) < πρωτοελληνική *wihós / *ϝι(σ)ός[3] < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *wisós / *uiso[2]
- ἰός (βέλος) < πρωτοελληνική *ihwós / *ihwo[2] / *ἰσϝός[4] < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *(H)isu-[2]
- ἰός (ένας, ίδιος) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *(h₁)éy- < *h₁i- < *i-[2]
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ἰός αρσενικό
ΕπίθετοΕπεξεργασία
ἰός, ἴᾰ, ἰόν [ῐ]
- επικός τύπος του εἷς: ένας, ίδιος, μόνος
Επεξεργασία
- ↑ Μοντανάρι (Montanari), Φράνκο (Franco) (2013). Σύγχρονο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Παπαδήμας.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Beekes, Robert (Μπέκες, Ρόμπερτ) (2010). Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill.
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ Σταματάκος, Ιωάννης (1972). Λεξικόν της αρχαίας ελληνικής γλώσσης. 3 τόμοι (1η έκδοση). Αθήνα.
ΠηγέςΕπεξεργασία
- ἰός στην Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012.
- «ἰός» - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.