ψευδοεπιστήμη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pse.vðo.e.piˈsti.mi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ψευ‐δο‐ε‐πι‐στή‐μη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ψευδοεπιστήμη θηλυκό
- μέθοδος κατάταξης σε επιστημονική μορφή διάφορων ερευνών, παρατηρήσεων, θεωριών και συμπερασμάτων που δεν αποδεικνύονται από γεγονότα
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ψευδοεπιστήμη
|
Πηγές
επεξεργασία
- ψευδοεπιστήμη — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)