ψαρόνι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ψαρόνι | τα | ψαρόνια |
γενική | του | ψαρονιού | των | ψαρονιών |
αιτιατική | το | ψαρόνι | τα | ψαρόνια |
κλητική | ψαρόνι | ψαρόνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ψαρόνι < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ψάρος[1] / ψᾶρος < ψάρ + υποκοριστικό επίθημα -όνι όπως γλάρος - γλαρόνι[2]
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαψαρόνι ουδέτερο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ψαρόνι
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ ψαρόνι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Ανδριώτης, Νικόλαος Παντελής (1983) Ετυμολογικό λεξικό της κοινής νεοελληνικής. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑036‑7. Έκδοση 3η, φωτοτυπική με διορθώσεις και προσθήκες του συγγραφέα. (1η έκδ:1951, 2η έκδ:1967)