Ουσιαστικό

επεξεργασία

starling (en)

  1. (πτηνό) ψαρόνι
  2. (γεφυροποιία) υδροδυναμική πλατφόρμα προστασίας βάθρου, υδροδυναμική πλατφόρμα βάθρου, υδροδυναμικό βάθρο
     συνώνυμα: sterling, cutwater