χαλέπιος
Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | χαλέπιος | η | χαλέπια & χαλέπιος |
το | χαλέπιο |
γενική | του | χαλέπιου & χαλεπίου |
της | χαλέπιας & χαλεπίου |
του | χαλέπιου & χαλεπίου |
αιτιατική | τον | χαλέπιο | τη | χαλέπια & χαλέπιο |
το | χαλέπιο |
κλητική | χαλέπιε | χαλέπια & χαλέπιε |
χαλέπιο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | χαλέπιοι | οι | χαλέπιες & χαλέπιοι |
τα | χαλέπια |
γενική | των | χαλέπιων & χαλεπίων |
των | χαλέπιων & χαλεπίων |
των | χαλέπιων & χαλεπίων |
αιτιατική | τους | χαλέπιους & χαλεπίους |
τις | χαλέπιες & χαλεπίους |
τα | χαλέπια |
κλητική | χαλέπιοι | χαλέπιες & χαλέπιοι |
χαλέπια | |||
Οι δεύτεροι τύποι, λόγιοι, από την αρχαία κλίση. | ||||||
Κατηγορία όπως «ευκλείδειος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- χαλέπιος < Χαλέπ(ι) + -ιος
- για επίσημους όρους, όπως στη βοτανική < μεταφραστικό δάνειο από τη νεολατινική halepensis
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /xaˈle.pi.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐λέ‐πι‐ος
Επίθετο
επεξεργασίαχαλέπιος, -α/ος, ο
- που αναφέρεται, ανήκει στο Χαλέπι της Συρίας, ή αναφέρεται σ' αυτό
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία- χαλέπια πεύκη (Πεύκη η χαλέπιος)
Μεταφράσεις
επεξεργασία χαλέπιος
Πηγές
επεξεργασία- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)