Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική το Χαλέπι
      γενική του Χαλεπιού
    αιτιατική το Χαλέπι
     κλητική Χαλέπι
Η κατάληξη -ιού προφέρεται με συνίζηση.
Παλιότερη λόγια γενική ενικού: Χαλεπίου
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Χαλέπι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ? < οθωμανική τουρκική حلب (haleb, halep) < αραβική حَلَب (ḥalab) → και δείτε  Aleppo στο αγγλικό Βικιλεξικό

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /xaˈle.pi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Χα‐λέ‐πι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χαλέπι ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία