Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τηλεσκάφος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Υπώνυμα
1.2.3
Υπερώνυμα
1.2.4
Δείτε επίσης
1.2.5
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
τηλεσκάφ
ος
τα
τηλεσκάφ
η
γενική
του
τηλεσκάφ
ους
των
τηλεσκαφ
ών
αιτιατική
το
τηλεσκάφ
ος
τα
τηλεσκάφ
η
κλητική
τηλεσκάφ
ος
τηλεσκάφ
η
Κατηγορία
όπως «
δάσος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τηλεσκάφος
(
νεολογισμός
) <
τηλε-
+
σκάφος
,
μεταφραστικό δάνειο
από
την αγγλική
drone
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τηλεσκάφος
ουδέτερο
(
τεχνολογία
,
σπάνιο
)
τηλεκατευθυνόμενο
μη
επανδρωμένο
ιπτάμενο
όχημα
Συνώνυμα
επεξεργασία
ντρόουν
δρόνος
μη
επανδρωμένο
αεροσκάφος
Υπώνυμα
επεξεργασία
τετρακόπτερο
εξακόπτερο
οκτακόπτερο
Υπερώνυμα
επεξεργασία
τηλεκατευθυνόμενο
Δείτε επίσης
επεξεργασία
γκάτζετ
Προτάσεις απόδοσης ξενόγλωσσων νεολογισμών από την Ακαδημία Αθηνών
Drone, δηλαδή δρόνος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τηλεσκάφος
αγγλικά
:
drone
(en)