↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τηλεσκάφος τα τηλεσκάφη
      γενική του τηλεσκάφους των τηλεσκαφών
    αιτιατική το τηλεσκάφος τα τηλεσκάφη
     κλητική τηλεσκάφος τηλεσκάφη
Κατηγορία όπως «δάσος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τηλεσκάφος (νεολογισμός) < τηλε- + σκάφος, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική drone

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τηλεσκάφος ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Υπερώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία