πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τεχνολογικός η τεχνολογική το τεχνολογικό
      γενική του τεχνολογικού της τεχνολογικής του τεχνολογικού
    αιτιατική τον τεχνολογικό την τεχνολογική το τεχνολογικό
     κλητική τεχνολογικέ τεχνολογική τεχνολογικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τεχνολογικοί οι τεχνολογικές τα τεχνολογικά
      γενική των τεχνολογικών των τεχνολογικών των τεχνολογικών
    αιτιατική τους τεχνολογικούς τις τεχνολογικές τα τεχνολογικά
     κλητική τεχνολογικοί τεχνολογικές τεχνολογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /the.xno.lo.ʝiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τεχνολογικός

τεχνολογικός

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία