συναξάριο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | συναξάριο | τα | συναξάρια |
γενική | του | συναξάριου & συναξαρίου |
των | συναξάριων & συναξαρίων |
αιτιατική | το | συναξάριο | τα | συναξάρια |
κλητική | συναξάριο | συναξάρια | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- συναξάριο < μεσαιωνική ελληνική συναξάριον[1][2][3] < ελληνιστική κοινή σύναξις < αρχαία ελληνική συνάγω < σύν + ἄγω
Ουσιαστικό
επεξεργασίασυναξάριο ουδέτερο
- (θρησκεία, χριστιανισμός, μεταφορικά) άλλη μορφή του συναξάρι
- ※ ..του Ευαγγελίου και των Πράξεων, βασίζεται στην παράδοση, που αποτυπώθηκε στην υμνολογία (στιχηρά του Εσπερινού) και στο Συναξάριο της Αναλήψεως, όπως επίσης και στον Βίο της Παναγίας του ιερομονάχου Επιφανίου. (Εικόνες της Κρητικής τέχνης από τον Χάνδακα ως την Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, επιμ. Μανόλης Μπουρμπουδάκης, 2004, σελ. 367)
Μεταφράσεις
επεξεργασία συναξάριο
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ συναξάριον - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- ↑ συναξάρι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ συναξάρι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)