συγγραμμικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- συγγραμμικός < Αναλύεται σε (συν) συγ- + γραμμικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /siŋˈɣɾa.miˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : συγ‐γραμ‐μι‐κός
Επίθετο επεξεργασία
συγγραμμικός
- (φυσική) → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
- ↪ συγγραμμικές ομόρροπες συνιστώσες, δυνάμεις, συγγραμμικές αντίρροπες συνιστώσες
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη γραμμή
και
Δείτε επίσης επεξεργασία
- συγγραμικ- - Σώματα Κειμένων, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεταφράσεις επεξεργασία
συγγραμμικός
|