↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η στεφανιογραφία οι στεφανιογραφίες
      γενική της στεφανιογραφίας των στεφανιογραφιών
    αιτιατική τη στεφανιογραφία τις στεφανιογραφίες
     κλητική στεφανιογραφία στεφανιογραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
στεφανιογραφία < στεφάνιον + -ο- + -γραφία (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική coronarographie[1])

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

στεφανιογραφία θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  1. στεφανιογραφίαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)