πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σερβίτσιο τα σερβίτσια
      γενική του σερβίτσιου των σερβίτσιων
    αιτιατική το σερβίτσιο τα σερβίτσια
     κλητική σερβίτσιο σερβίτσια
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σερβίτσιο ουδέτερο

  1. (κουζινικά) το σύνολο των επιτραπέζιων σκευών (πιάτα, ποτήρια, μαχαιροπίρουνα κ.ά.) με κοινά σχέδια ή διακοσμητικά μοτίβα
  2. τα επιτραπέζια σκεύη (πιάτα, ποτήρια, μαχαιροπίρουνα κ.ά.) που δίνονται σε κάποιον για να φάει

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία