ρωμαίικα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ρωμαίικα → δείτε τη λέξη ρωμαίικος
- για τη γλώσσα < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ρωμαίικος στον πληθυντικό
Ουσιαστικό
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | ρωμαίικα | ||
γενική | των | ρωμαίικων | ||
αιτιατική | τα | ρωμαίικα | ||
κλητική | ρωμαίικα | |||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
ρωμαίικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- η (ελληνική) δημοτική γλώσσα, η καθομιλουμένη (σε αντίθεση με τα «ελληνικά», όπου εννοείται η καθαρεύουσα, οι «ελληνικούρες»)
- ※ ΑΝΑΤΟΛΙΤΗΣ ―Τζάνουμ, Λογιώτατε, μπαμπά σου γλώσσα γιατί ντε μιλάς; ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ —Την των προγόνων διαλέγεσθαι χρη. ΑΝΑΤΟΛΙΤΗΣ —Εγώ χρη μη, γόνω μόνω, ντε ξέρω· γιατί ντε μιλάς ρωμα[ί]ικα, έριφ;
- Δημήτριος Βυζάντιος, Η Βαβυλωνία [1836], επιμέλεια: Σπύρος Ευαγγελάτος (Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1996), σ. 9.
- ※ [ «Φαρσί»], [μ]ε τον τρόπο του Φαρς … η φράση γλίστρησε στα Ρωμαίϊκα
- Πάτρικ Λη Φέρμορ, Μάνη, μετάφραση από τα αγγλικά: Τζαννής Τζαννετάκης (Αθήνα: Κέδρος, 2007 [α΄ έκδ. 1972], ISBN 978-960-04-0864-5), σ. 229.
- ※ ΑΝΑΤΟΛΙΤΗΣ ―Τζάνουμ, Λογιώτατε, μπαμπά σου γλώσσα γιατί ντε μιλάς; ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ —Την των προγόνων διαλέγεσθαι χρη. ΑΝΑΤΟΛΙΤΗΣ —Εγώ χρη μη, γόνω μόνω, ντε ξέρω· γιατί ντε μιλάς ρωμα[ί]ικα, έριφ;
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ρωμαίικα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαρωμαίικα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ρωμαίικο