πυρόφιλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
πυρόφιλος, -η, -ο
- (γεωπονία) χαρακτηρισμός για φυτά - δέντρα που καίγονται εύκολα εξωτερικά, αλλά και αναγεννιούνται χωρίς δυσκολία μετά από φωτιά, επωφελούμενα της καταστροφής του γύρω χώρου από την πυρκαγιά, που δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για να επεκταθεί η βλάστησή τους
- ※ «Είμαστε μεσογειακή χώρα και τα ενδημικά δασικά μας είδη είναι πυρόφιλα είδη», δήλωσε ο δασολόγος και δασάρχης Κιλκίς Γιώργος Βούρτσας […] «Ορισμένα είδη πεύκης με φυσική νομοτέλεια θα καούν κάποια στιγμή και ευνοούνται και μετά στην αναδάσωση, με την αναγέννηση από το κάψιμό τους»
- «Δασάρχης Κιλκίς: Θα πρέπει να πάμε σε μείξη των δασών», dasarxeio.com (14 Αυγούστου 2019)· πρόσβαση: 2021-08-08.
- ※ «Είμαστε μεσογειακή χώρα και τα ενδημικά δασικά μας είδη είναι πυρόφιλα είδη», δήλωσε ο δασολόγος και δασάρχης Κιλκίς Γιώργος Βούρτσας […] «Ορισμένα είδη πεύκης με φυσική νομοτέλεια θα καούν κάποια στιγμή και ευνοούνται και μετά στην αναδάσωση, με την αναγέννηση από το κάψιμό τους»
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πυρόφιλος
|
Πηγές
επεξεργασία
- Γεώργιος Ν. Δημητρέλλος, Επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών στο περιβάλλον. Οικολογία δασικών πυρκαγιών. Διαχείριση καμένων εκτάσεων (Πανεπιστημιακές παραδόσεις, Τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών), σσ. 38-40. Στον ιστότοπο eclass.upatras.gr· πρόσβαση: 2021-08-08.