↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πυρολατρία οι πυρολατρίες
      γενική της πυρολατρίας των πυρολατριών
    αιτιατική την πυρολατρία τις πυρολατρίες
     κλητική πυρολατρία πυρολατρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πυρολατρία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική pyrolatry + -ία < αρχαία ελληνική πῦρ + λατρεία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πυρολατρία θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Pyrolatry στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Μεταφράσεις

επεξεργασία