προμεσημβρινός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- προμεσημβρινός < προ + μεσημβρινός < αρχαία ελληνική μεσημβρινός < μέσος + ἡμέρα
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
προμεσημβρινός, -ή, -ό
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- προμεσημβρινά
- → δείτε τις λέξεις προ, μεσημβρία, μέσος και ημέρα
Μεταφράσεις επεξεργασία
προμεσημβρινός