πολυεθνικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πολυεθνικός < πολυ- + έθν(ος) + -ικός, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική multinational[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /po.li.eˈθni.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐λυ‐ε‐θνι‐κός
Επίθετο
επεξεργασίαπολυεθνικός, -ή, -ό
Μεταφράσεις
επεξεργασία πολυεθνικός
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ πολυεθνικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας