πιλοτικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πιλοτικός < πιλότος
Επίθετο επεξεργασία
πιλοτικός, -ή, -ό
- που λειτουργεί ως πιλότος (οδηγός, πρότυπο) για την ευρύτερη εφαρμογή ενός προγράμματος, συστήματος, διαδικασίας
- πιλοτικό μοντέλο θεάτρου
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη πιλότος