πασίδηλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πασίδηλος < ελληνιστική κοινή πασίδηλος[1] [2] [3] < αρχαία ελληνική πᾶς + δῆλος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /paˈsi.ði.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πα‐σί‐δη‐λος
Επίθετο
επεξεργασίαπασίδηλος, -η, -ο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πασίδηλος
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ πασίδηλος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ πασίδηλος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ↑ πασίδηλος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.