Δείτε επίσης: Πάλιουρας, Παλιούρας, Παλιουράς
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο πάλιουρας οι πάλιουρες
      γενική του πάλιουρα των πάλιουρων
    αιτιατική τον πάλιουρα τους πάλιουρες
     κλητική πάλιουρα πάλιουρες
Η γενική πληθυντικού είναι δύσχρηστη.
Κατηγορία όπως «βαρύμαγκας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1

επεξεργασία
πάλιουρας < παλίουρος (rhamus paliurus)  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

επεξεργασία

πάλιουρας αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία 2

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

πάλιουρας αρσενικό

  1. (στρατιωτική αργκό) που είναι πολύ καιρό στο στράτευμα και, συνήθως, εμπνέει σεβασμό ή φόβο λόγω «αρχαιότητας»
      Πιστεύεις ότι θυμάσαι τα πάντα απ’ τη θητεία σου; Θα καταφέρεις να κάνεις 10/10 στο κουίζ που ακόμα και οι πάλιουρες του στρατού χάνουν;
    «Ρεκόρ το 9/10: Θα είσαι ο πρώτος που θα απαντήσει σωστά 10 ερωτήσεις για τον στρατό;», Sport-FM.gr (8 Ιανουαρίου 2019)· πρόσβαση: 2023-07-29.
  2. (γενικότερα) που έχει για μεγάλο χρονικό διάστημα μια ιδιότητα, που βρίσκεται πολύ καιρό σε μια υπηρεσία ή θέση και θεωρείται έμπειρος και αξιοσέβαστος εξ αυτού του γεγονότος
      Και όλοι μαζί, παλιός, βουλευτής, παρατρεχάμενοι και των δύο, να γελάνε και να συμφωνούν: «Πού να το καταλάβουν στην Αθήνα πώς μαζεύονται οι ψήφοι». Όποιος έχει ζήσει τις περιοδείες, όποιος έχει ακούσει τους … πάλιουρες να περηφανεύονται για τα κατορθώματά τους στα … νεούδια μπορεί να αναγνωρίσει τους χαρακτήρες του Δούκα και του Λιβανού, όταν ο πρώτος καυχιέται πως μετά τις πυρκαγιές της Ηλείας το 2007 πήρε τις ψήφους κρατώντας τις σακούλες με τα λεφτά.
    «Το επταήμερο του Αντώνη Πανούτσου: Πάλιουρες, νεούδια και ιστορίες μαγκιάς», Ελεύθερος Τύπος.gr (13 Φεβρουαρίου 2022)· πρόσβαση: 2023-07-29.

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία