Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ονειροπλασμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ονειροπλασμέν
ος
η
ονειροπλασμέν
η
το
ονειροπλασμέν
ο
γενική
του
ονειροπλασμέν
ου
της
ονειροπλασμέν
ης
του
ονειροπλασμέν
ου
αιτιατική
τον
ονειροπλασμέν
ο
την
ονειροπλασμέν
η
το
ονειροπλασμέν
ο
κλητική
ονειροπλασμέν
ε
ονειροπλασμέν
η
ονειροπλασμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ονειροπλασμέν
οι
οι
ονειροπλασμέν
ες
τα
ονειροπλασμέν
α
γενική
των
ονειροπλασμέν
ων
των
ονειροπλασμέν
ων
των
ονειροπλασμέν
ων
αιτιατική
τους
ονειροπλασμέν
ους
τις
ονειροπλασμέν
ες
τα
ονειροπλασμέν
α
κλητική
ονειροπλασμέν
οι
ονειροπλασμέν
ες
ονειροπλασμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ονειροπλασμένος
<
όνειρο
+
πλασμένος
/
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
πλάθω
Μετοχή
επεξεργασία
ονειροπλασμένος, -η, -ο
μη
πραγματικός
,
εξωπραγματικός
,
φανταστικός
Ταυτόσημο
ονειρόπλαστος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ονειροπλασμένος