Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οισοφάγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
οισοφάγ
ος
οι
οισοφάγ
οι
γενική
του
οισοφάγ
ου
των
οισοφάγ
ων
αιτιατική
τον
οισοφάγ
ο
τους
οισοφάγ
ους
κλητική
οισοφάγ
ε
οισοφάγ
οι
Κατηγορία
όπως «
δρόμος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
ομοίωμα ανθρώπινου
οισοφάγου
Ετυμολογία
επεξεργασία
οισοφάγος
<
αρχαία ελληνική
οἰσοφάγος
<
οἴσω
(μέλλοντας του
φέρω
) +
-φάγος
(<
ἔφαγον
,
αόριστος
του
ἐσθίω
,
τρώγω
)
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
i.soˈfa.ɣos
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
οι
‐
σο
‐
φά
‐
γος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οισοφάγος
αρσενικό
(
ανατομία
)
σωλήνας
που αποτελεί
μέρος
του
πεπτικού
συστήματος
και ενώνει τον
φάρυγγα
με το
στομάχι
Συγγενικά
επεξεργασία
γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
γαστροοισοφαγικός
γαστροοισοφαγίτιδα
διοισοφάγειος
μεγαοισοφάγος
οισοφάγειος
οισοφαγικός
οισοφαγίτιδα
οισοφαγοσκόπηση
οισοφαγοσκόπιο
τραχειοοισοφαγικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οισοφάγος
αγγλικά
:
oesophagus
(en)
,
esophagus
(en)
γαλλικά
:
œsophage
(fr)
γερμανικά
:
Speiseröhre
(de)