↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ναυτοδάνειο τα ναυτοδάνεια
      γενική του ναυτοδανείου
ναυτοδάνειου
των ναυτοδανείων
    αιτιατική το ναυτοδάνειο τα ναυτοδάνεια
     κλητική ναυτοδάνειο ναυτοδάνεια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ναυτοδάνειο < ναυτο- + δάνειο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ναυτοδάνειο ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία