ναυτοδάνειο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ναυτοδάνειο ουδέτερο
- (οικονομία, ναυτικός όρος) δάνειο, με (συνήθως) μεγάλο επιτόκιο, που συνδέεται με το πλοίο ή το φορτίο του και που η εξόφλησή του συνδέεται με την αίσια άφιξη του πλοίου στον προορισμό του