μπανανία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μπανανία < μπανάν(α) + -ία ((απόδοση) αγγλική banana republic)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ba.naˈni.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπα‐να‐νί‐α
Ουσιαστικό επεξεργασία
μπανανία θηλυκό
- (μειωτικό) χαρακτηρισμός χώρας, ο οποίος υπονοεί πως η χώρα κυβερνιέται από διεφθαρμένα άτομα και εξωτερικές παρεμβάσεις από άλλη, ισχυρότερη οικονομικά, χώρα
Μεταφράσεις επεξεργασία
μπανανία