μελαχρινός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μελαχρινός < μεσαιωνική ελληνική μελαχρινός[1] [2] [3] / μελαγχρινός [4] < ελληνιστική κοινή μελαγχρινός[2] < αρχαία ελληνική μελαγχρής / μελάγχροος / μελάγχρους + -ινός < μέλας + χροός / χρώς
Επίθετο
επεξεργασίαμελαχρινός, -ή, -ό
Άλλες γραφές
επεξεργασία- μελαχροινός (σπάνιο, παρωχημένο)
Συγγενικά
επεξεργασία- Μελαχρινός, Μελαχροινός (επώνυμο)
- → δείτε τις λέξεις μέλας και χρώμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία μελαχρινός
- ↑ μελαχρινός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ↑ 2,0 2,1 μελαχρινός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ μελαχρινός - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- ↑ μελαγχροιής - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)