μας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαμας (αδύνατος τύπος αντωνυμίας)
- (προσωπική αντωνυμία, μας ή μάς)
- γενική πληθυντικού του εγώ
- αιτιατική πληθυντικού του εγώ
- (κτητική αντωνυμία) ο δικός μας
Σημειώσεις
επεξεργασία- Για τον τόνο στο μάς δείτε Παράρτημα:Γραμματική (νέα_ελληνικά)#μονοσύλλαβα με τόνο.
- ⮡ ο αδερφός μας είπε ότι […] (ο δικός μας αδερφός: κτητική αντωνυμία)
- ⮡ ο αδερφός μάς είπε ότι […] (κάποιος αδερφός είπε σ' εμάς: προσωπική αντωνυμία)
- παλιότερη γραφή: μᾶς
Προσωπικές αντωνυμίες | |||||
---|---|---|---|---|---|
Α' πρόσωπο | Β' πρόσωπο | Γ' πρόσωπο | |||
ενικός | |||||
Πτώση | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||
ονομαστική | εγώ | εσύ | αυτός & τος | αυτή & τη | αυτό & το |
γενική | εμένα & (εμού) & μου | εσένα & σου | αυτού & του | αυτής & της | αυτού & του |
αιτιατική | εμένα & με | εσένα & σε | αυτόν & τον | αυτή(ν) & τη(ν) | αυτό & το |
κλητική | - | εσύ | - | - | - |
πληθυντικός | |||||
ονομαστική | εμείς | εσείς | αυτοί & τοι | αυτές & τες | αυτά & τα |
γενική | εμάς & μας | εσάς & σας | αυτών & τους | αυτών & τους | αυτών & τους |
αιτιατική | εμάς & μας | εσάς & σας | αυτούς & τους | αυτές & τες/τις | αυτά & τα |
κλητική | - | εσείς | - | - | - |