μαγνητόσφαιρα
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- μαγνητόσφαιρα < μαγνητο- (→ δείτε τις λέξεις μαγνήτης και μαγνητικός) + -σφαιρα) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
μαγνητόσφαιρα θηλυκό
- (αστρονομία) (αστροφυσική) ο χώρος του διαστήματος στον οποίο επιδρά το μαγνητικό πεδίο ενός ουράνιου σώματος
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
επιπλέον, σχετικά με τη Γη
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
μαγνητόσφαιρα
ΠηγέςΕπεξεργασία
- Ξενοφών Δ. Μούσας, «Προβλήματα φυσικής του διαστήματος», Θεμέλια των Επιστημών 3 (1980-81), σσ. 72-73.