Δείτε επίσης: κώχη, κόγχη
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κόχη οι κόχες
      γενική της κόχης των κοχών
    αιτιατική την κόχη τις κόχες
     κλητική κόχη κόχες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

κόχη θηλυκό

  1. προεξοχή που σχηματίζει γωνία
    η κόχη του τραπεζιού
  2. άλλη μορφή του κόγχη

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 12.