Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κάτισχνος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
κάτισχν
ος
η
κάτισχν
η
το
κάτισχν
ο
γενική
του
κάτισχν
ου
της
κάτισχν
ης
του
κάτισχν
ου
αιτιατική
τον
κάτισχν
ο
την
κάτισχν
η
το
κάτισχν
ο
κλητική
κάτισχν
ε
κάτισχν
η
κάτισχν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
κάτισχν
οι
οι
κάτισχν
ες
τα
κάτισχν
α
γενική
των
κάτισχν
ων
των
κάτισχν
ων
των
κάτισχν
ων
αιτιατική
τους
κάτισχν
ους
τις
κάτισχν
ες
τα
κάτισχν
α
κλητική
κάτισχν
οι
κάτισχν
ες
κάτισχν
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
κάτισχνος
< (
διαχρονικό δάνειο
)
ελληνιστική κοινή
κάτισχνος
<
κατά
+
αρχαία ελληνική
ἰσχνός
Επίθετο
επεξεργασία
κάτισχνος
που είναι
πάρα
πολύ
ισχνός
Συνώνυμα
επεξεργασία
σκελετωμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
κατά
και
ισχνός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κάτισχνος
ελληνιστική κοινή
;
κάτισχνος
αγγλικά
:
emaciated
(en)
γαλλικά
:
émacié
(fr)
,
décharné
(fr)