ζαμπούνικος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ζαμπούνικος < ζαμπούν(ης) + -ικος < τουρκική zabun[1] / zebun[1] / zebûn (αδύναμος, αβοήθητος) < περσική زبون (zabūn) (αδύναμος, αβοήθητος)
Επίθετο
επεξεργασίαζαμπούνικος, -η, -ο[2]
Μεταφράσεις
επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 Καραποτόσογλου Κώστας, Ετυμολογικό γλωσσάρι στο έργο του Παπαδιαμάντη, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1988, σελ. 34, λήμμα: ζαμπούνικος.
- ↑ Félix Désiré Dehèque, Dictionnaire grec moderne-français, contenant les diverses acceptions des mots, leurs éthymologie ancienne ou moderne, et tous les temps irréguliers des verbes; suivi d'un double vocabulaire des noms propres d'hommes et de femmes, de pays et de villes, εκδ. J. Duplessis, Παρίσι 1825, σελ. 226, λήμμα ζαμπούνικος.