Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ευκινησία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
εὐκινησία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ευκινησί
α
οι
ευκινησί
ες
γενική
της
ευκινησί
ας
των
ευκινησι
ών
αιτιατική
την
ευκινησί
α
τις
ευκινησί
ες
κλητική
ευκινησί
α
ευκινησί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ευκινησία
<
ελληνιστική κοινή
εὐκινησία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ευκινησία
θηλυκό
η
ιδιότητα
του
ευκίνητου
, η
ευκολία
στην
κίνηση
Αντώνυμα
επεξεργασία
δυσκινησία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ευκινησία
αγγλικά
:
agility
(en)
-->
βουλγαρικά
:
подвижност
(bg)
(
podvižnost
),
чевръстост
(bg)
(
čevrǎstost
)
γαλλικά
:
agilité
(fr)
γερμανικά
:
Agilität
(de)
,
Beweglichkeit
(de)
,
Wendigkeit
(de)
δανικά
:
smidighed
(da)
εσπεράντο
:
facilmoveco
(eo)
ισπανικά
:
agilidad
(es)
,
ligereza
(es)
,
prontitud
(es)
ιταλικά
:
agilità
(it)
καταλανικά
:
agilitat
(ca)
νορβηγικά
:
spenst
(no)
ολλανδικά
:
wendbaarheid
(nl)
πολωνικά
:
zwinność
(pl)
πορτογαλικά
:
agilidade
(pt)
ρουμανικά
:
agilitate
(ro)
ρωσικά
:
ловкость
(ru)
(
lóvkostʹ
)