Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διώξιμο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
διώξιμ
ο
τα
διωξίμ
ατ
α
γενική
του
διωξίμ
ατ
ος
των
διωξιμ
άτ
ων
αιτιατική
το
διώξιμ
ο
τα
διωξίμ
ατ
α
κλητική
διώξιμ
ο
διωξίμ
ατ
α
Κατηγορία
όπως «
δέσιμο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
διώξιμο
<
διώχνω
+
-μο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
διώξιμο
ουδέτερο
η
ενέργεια
και το
αποτέλεσμα
του
διώχνω
Συνώνυμα
επεξεργασία
απόδιωγμα
αποδιωγμός
αποδίωξη
απώθηση
εκδίωξη
(
αποβολή
)
(
αποπομπή
)
(
σουτάρισμα
)
(
σιχτίρισμα
)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διώξιμο
αγγλικά
:
expulsion
(en)
γερμανικά
:
Vertreibung
(de)