• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σιχτίρισμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σιχτίρισμα τα σιχτιρίσματα
      γενική του σιχτιρίσματος των σιχτιρισμάτων
    αιτιατική το σιχτίρισμα τα σιχτιρίσματα
     κλητική σιχτίρισμα σιχτιρίσματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
σιχτίρισμα < σιχτιρίζ(ω) + -μα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σιχτίρισμα ουδέτερο

  • (λαϊκότροπο) η ενέργεια του σιχτιρίζω

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη σιχτίρ

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    σιχτίρισμα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σιχτίρισμα&oldid=5513038"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 14:35

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 14:35.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας