Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

διοίκηση θηλυκό

  1. η ενέργεια του διοικώ, η διαχείριση ενός σώματος ή οργανισμού και η λήψη των αποφάσεων σχετικά με τη λειτουργία του σύμφωνα με τους κανονισμούς
  2. (συνεκδοχικά) το άτομο ή τα άτομα που είναι υπεύθυνα για τη διοίκηση (1)
  3. (συνεκδοχικά) το κτίριο όπου βρίσκονται αυτός ή αυτοί που ασκούν τη διοίκηση (1)
     συνώνυμα: διοικητήριο

Συγγενικά

επεξεργασία

 και δείτε τη λέξη διοικώ

Μεταφράσεις

επεξεργασία