Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διοικητήριο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
διοικητήρι
ο
τα
διοικητήρι
α
γενική
του
διοικητηρί
ου
&
διοικητήρι
ου
των
διοικητηρί
ων
αιτιατική
το
διοικητήρι
ο
τα
διοικητήρι
α
κλητική
διοικητήρι
ο
διοικητήρι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
διοικητήριο
<
διοικη(τής)
+
-τήριο
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ði.i.ciˈti.ɾi.o
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
διοικητήριο
ουδέτερο
το
κτήριο
στο οποίο στεγάζονται τα
γραφεία
ενός
διοικητή
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις
λέξεις
διοικώ
,
οικώ
και
οίκος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διοικητήριο
αγγλικά
:
command post
(en)
,
headquarters
(en)
,
head office
(en)