Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ασυναγώνιστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ασυναγώνιστ
ος
η
ασυναγώνιστ
η
το
ασυναγώνιστ
ο
γενική
του
ασυναγώνιστ
ου
της
ασυναγώνιστ
ης
του
ασυναγώνιστ
ου
αιτιατική
τον
ασυναγώνιστ
ο
την
ασυναγώνιστ
η
το
ασυναγώνιστ
ο
κλητική
ασυναγώνιστ
ε
ασυναγώνιστ
η
ασυναγώνιστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ασυναγώνιστ
οι
οι
ασυναγώνιστ
ες
τα
ασυναγώνιστ
α
γενική
των
ασυναγώνιστ
ων
των
ασυναγώνιστ
ων
των
ασυναγώνιστ
ων
αιτιατική
τους
ασυναγώνιστ
ους
τις
ασυναγώνιστ
ες
τα
ασυναγώνιστ
α
κλητική
ασυναγώνιστ
οι
ασυναγώνιστ
ες
ασυναγώνιστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ασυναγώνιστος
<
α-
+
συναγωνίζομαι
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
ασυναγώνιστος
ο εκτός
συναγωνισμού
, που δεν μπορεί κανείς να τον συναγωνιστεί
Συνώνυμα
επεξεργασία
απαράμιλλος
Αντώνυμα
επεξεργασία
συναγωνίσιμος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασυναγώνιστος
αγγλικά
:
incomparable
(en)
γαλλικά
: sans
rival
(fr)