Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
rival rivals

rival (en)

  Ρήμα επεξεργασία

ενεστώτας rival
γ΄ ενικό ενεστώτα rivals
αόριστος rivaled
παθητική μετοχή rivaled
ενεργητική μετοχή rivaling

rival (en)

  Πηγές επεξεργασία



Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Επίθετο επεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό rival rivaux
θηλυκό rivale rivales

rival (fr)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό rival rivaux
θηλυκό rivale rivales

rival (fr)