compare
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | compare |
γ΄ ενικό ενεστώτα | compares |
αόριστος | compared |
παθητική μετοχή | compared |
ενεργητική μετοχή | comparing |
Ρήμα
επεξεργασίαcompare (en)
- (μεταβατικό) συγκρίνω, εξετάζω ανθρώπους ή πράγματα για να δω πώς μοιάζουν και πώς διαφέρουν
- (αμετάβατο) συγκρίνω, συναγωνίζομαι, κοντά σε, απέναντι σε, μπροστά σε, είμαι παρόμοιος με κάποιον ή κάτι άλλο, είτε καλύτερο είτε χειρότερο
- ⮡ Our house can’t compare to yours.
- Το σπίτι μας δε συγκρίνεται με το δικό σας.
- ⮡ His greed doesn’t compare to anything.
- Η απληστία του δεν συγκρίνεται με τίποτα.
- ⮡ Nothing compares to a cold glass of water in the summer.
- Τίποτα δεν συγκρίνεται μ' ένα ποτήρι κρύο νερό το καλοκαίρι.
- ⮡ Nobody compares to him in quality/in speed.
- Κανείς δεν μπορεί να τον συναγωνιστεί σε ποιότητα/σε ταχύτητα.
- ⮡ This is nothing compared to that.
- Αυτό δεν είναι τίποτε κοντά σ' αυτό.
- ⮡ What he told you is nothing compared to what happened with me.
- Αυτό που σου είπε δεν είναι τίποτε κοντά σ΄ αυτό που μου συνέβη.
- ⮡ Compared to his difficulties, mine seem like a joke.
- Απέναντι στις δικές του δυσκολίες οι δικές μου φαίνονται αστείες.
- ⮡ We are nothing compared to the elements of nature.
- Είμαστε ένα τίποτα μπροστά στα στοιχεία της φύσης.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη rival
- ⮡ Our house can’t compare to yours.
- (μεταβατικό) συγκρίνω, παρομοιάζω, δείχνω ή δηλώνω ότι κάποιος ή κάτι μοιάζει με κάποιον ή κάτι άλλο
- ⮡ Poets compare women to flowers.
- Οι ποιητές συγκρίνουν τη γυναίκα με λουλούδι.
- ⮡ We can compare the function of the heart to that of a pump.
- Μπορούμε να συγκρίνουμε τη λειτουργία της καρδιάς με εκείνη της αντλίας.
- ⮡ They often compare sleep to death.
- Συχνά παρομοιάζουν τον ύπνο με το θάνατο.
- ≈ συνώνυμα: liken to
- ⮡ Poets compare women to flowers.
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- compare - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 463, 669, 831. ISBN 9780194325684., λήμμα: κοντά, παρομοιάζω, συγκρίνω
Βενετικά (vec)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαcompare (vec) αρσενικό
- ο νονός
Πηγές
επεξεργασία- σελ. 184 compare - Boerio, Giuseppe (1867) Dizionario del dialetto veneziano (Λεξικό της βενετικής διαλέκτου), Βενετία: G. Cecchini. 3η έκδοση @books.google.
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαcompare (it) αρσενικό (θηλυκό comare)
- ο νονός
- ο κουμπάρος
- (κατ’ επέκταση) ως προσφώνηση: φιλαράκος
- (κατ’ επέκταση) συνεργάτης
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- compare - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).