συναγωνίσιμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- συναγωνίσιμος < συναγωνίζομαι + -ιμος
Επίθετο
επεξεργασία
συναγωνίσιμος
- που είναι δυνατόν να τον συναγωνιστεί
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη συναγωνίζομαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συναγωνίσιμος