αντικαρκινικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αντικαρκινικός < αντι- + καρκινικός
Επίθετο
επεξεργασίααντικαρκινικός, -ή, -ό
- που συμβάλλει στην καταπολέμηση του καρκίνου
- που προκύπτει μετά από συντονισμένες ενέργειες και δραστηριότητες (ιατρικές, ερευνητικές κ.λπ.) εναντίον του καρκίνου
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη καρκίνος
Μεταφράσεις
επεξεργασία αντικαρκινικός