↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο καρκινογόνος η καρκινογόνος
καρκινογόνα
το καρκινογόνο
      γενική του καρκινογόνου της καρκινογόνου
καρκινογόνας
του καρκινογόνου
    αιτιατική τον καρκινογόνο την καρκινογόνο
καρκινογόνα
το καρκινογόνο
     κλητική καρκινογόνε καρκινογόνε
καρκινογόνα
καρκινογόνο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι καρκινογόνοι οι καρκινογόνοι
καρκινογόνες
τα καρκινογόνα
      γενική των καρκινογόνων των καρκινογόνων των καρκινογόνων
    αιτιατική τους καρκινογόνους τις καρκινογόνους
καρκινογόνες
τα καρκινογόνα
     κλητική καρκινογόνοι καρκινογόνοι
καρκινογόνες
καρκινογόνα
ομάδα '-ος -ος -ο & -α', Κατηγορία όπως «ζημιογόνος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
καρκινογόνος < καρκίν(ος) + -ο- + -γόνος, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική cancerigenic

  Επίθετο

επεξεργασία

καρκινογόνος, -ος / -α, -ο

  1. που προκαλεί καρκίνο
    ※  Οι αφλατοξίνες είναι μυκοτοξίνες οι οποίες παράγονται από ορισμένα είδη μυκήτων της ομάδας Aspergillus section Flavi και μολύνουν διάφορα είδη τροφίμων, μεταξύ αυτών και τα κελυφωτά φιστίκια. Εμφανίζουν υψηλή τοξικότητα, καρκινογόνο και μεταλλαξιογόνο δράση στον άνθρωπο και τα ζώα. Μία καλή πρακτική που εφαρμόζεται ως προληπτικό μέτρο για τη μείωση της συγκέντρωσης της αφλατοξίνης σε μία παρτίδα είναι ο διαχωρισμός των ελαττωματικών καρπών, με αυτόματα μηχανικά συστήματα ή χειροδιαλογή.
    Γεωργιάδου Μαρία, Μελέτη φυσικών και χημικών χαρακτηριστικών κελυφωτών φιστικιών με στόχο τη μείωση της αφλατοξίνης, Διδακτορική διατριβή, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Σχολή Τροφίμων Βιοτεχνολογίας και Ανάπτυξης, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, Εργαστήριο Μηχανικής Τροφίμων, Επεξεργασίας και Συντήρησης Γεωργικών Προϊόντων, Αθήνα 2015, Περίληψη σελ. ix
  2. (ουσιαστικοποιημένο) το καρκινογόνο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία