• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ανοργανωσιά

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ανοργανωσιά οι ανοργανωσιές
      γενική της ανοργανωσιάς των ανοργανωσιών
    αιτιατική την ανοργανωσιά τις ανοργανωσιές
     κλητική ανοργανωσιά ανοργανωσιές
όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ανοργανωσιά < αν- (α- στερητικό) + οργανώνω

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ανοργανωσιά θηλυκό

  1. η έλλειψη οργάνωσης
    • η κακή οργάνωση
  2. η κατάσταση του ανοργάνωτου


ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • οργάνωση
  • συστηματικότητα
  • μεθοδικότητα


  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ανοργανωσιά
  • γαλλικά : inorganisation (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ανοργανωσιά&oldid=4061853"
Τελευταία επεξεργασία στις 9 Αυγούστου 2019, στις 19:28

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 9 Αυγούστου 2019, στις 19:28.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie