Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανέτοιμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Αντώνυμα
1.2.4
Συγγενικά
1.2.5
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ανέτοιμ
ος
η
ανέτοιμ
η
το
ανέτοιμ
ο
γενική
του
ανέτοιμ
ου
της
ανέτοιμ
ης
του
ανέτοιμ
ου
αιτιατική
τον
ανέτοιμ
ο
την
ανέτοιμ
η
το
ανέτοιμ
ο
κλητική
ανέτοιμ
ε
ανέτοιμ
η
ανέτοιμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ανέτοιμ
οι
οι
ανέτοιμ
ες
τα
ανέτοιμ
α
γενική
των
ανέτοιμ
ων
των
ανέτοιμ
ων
των
ανέτοιμ
ων
αιτιατική
τους
ανέτοιμ
ους
τις
ανέτοιμ
ες
τα
ανέτοιμ
α
κλητική
ανέτοιμ
οι
ανέτοιμ
ες
ανέτοιμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανέτοιμος
<
αν-
στερητικό +
έτοιμος
Επίθετο
επεξεργασία
ανέτοιμος
-η -ο
που δεν έχει
ετοιμαστεί
επαρκώς
, για να αντιμετωπίσει μια
κατάσταση
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ανετοίμαστος
ατοίμαστος
Συνώνυμα
επεξεργασία
απροετοίμαστος
απροπαράσκευος
Αντώνυμα
επεξεργασία
έτοιμος
προετοιμασμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
ανέτοιμα
→
δείτε
τη λέξη
έτοιμος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανέτοιμος
αγγλικά
:
unprepared
(en)
,
unready
(en)
γαλλικά
: pas
prêt
(fr)
,
impréparé
(fr)