πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγριελιά οι αγριελιές
      γενική της αγριελιάς των αγριελιών
    αιτιατική την αγριελιά τις αγριελιές
     κλητική αγριελιά αγριελιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αγριελιά θηλυκό

  • (δέντρο) η άγρια ελιά
      Οι Ολυμπιονίκες στεφανώνονταν στην αρχαιότητα με κλαδί αγριελιάς.

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία