Δείτε επίσης: σημίτης, σιμίτης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /siˈmi.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ση‐μί‐της

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σημίτης οι Σημίτες
      γενική του Σημίτη των Σημιτών
    αιτιατική τον Σημίτη τους Σημίτες
     κλητική Σημίτη Σημίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Σημίτης < (άμεσο δάνειο) γαλλική sémite < μεσαιωνική λατινική Sem < (ελληνιστική κοινή) Σήμ < εβραϊκή שם (Šēm), γιος του Nώε)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σημίτης αρσενικό

  1. (εθνικό όνομα) που κατάγεται από μια ομάδα φυλών της Μέσης Ανατολής (Εβραίοι, Άραβες, Βαβυλώνιοι, Φοίνικες κλπ)
  2. ο Εβραίος

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σημίτης οι Σημίτηδες
      γενική του Σημίτη των Σημίτηδων
    αιτιατική τον Σημίτη τους Σημίτηδες
     κλητική Σημίτη Σημίτηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Σημίτης < επάγγελμα κουλουρτζής < τουρκική simit

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σημίτης αρσενικό (θηλυκό Σημίτη)

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία