Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Λάμπρος οι Λάμπροι
      γενική του Λάμπρου των Λάμπρων
    αιτιατική τον Λάμπρο τους Λάμπρους
     κλητική Λάμπρε Λάμπροι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαιολόγος - κλίση: δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λάμπρος < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈla.bɾos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λά‐μπρος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λάμπρος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα (θηλυκό Λαμπρινή)
  2. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Λάμπρου)

Σύνθετα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία