Κεκροπίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κεκροπίδης | οι | Κεκροπίδηδες |
γενική | του | Κεκροπίδη* | των | Κεκροπίδηδων |
αιτιατική | τον | Κεκροπίδη | τους | Κεκροπίδηδες |
κλητική | Κεκροπίδη | Κεκροπίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Κεκροπίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κεκροπίδης < αρχαία ελληνική Κεκροπίδης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚεκροπίδης αρσενικό (θηλυκό Κεκροπίδη ή Κεκροπίδου)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασία- (αρχαία ελληνικά) Κεκροπίδης
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
Κεκροπῐδᾱ- | |||||
ονομαστική | ὁ | Κεκροπίδης | οἱ | Κεκροπίδαι | |
γενική | τοῦ | Κεκροπίδου | τῶν | Κεκροπιδῶν | |
δοτική | τῷ | Κεκροπίδῃ | τοῖς | Κεκροπίδαις | |
αιτιατική | τὸν | Κεκροπίδην | τοὺς | Κεκροπίδᾱς | |
κλητική ὦ! | Κεκροπίδη | Κεκροπίδαι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Κεκροπίδᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | Κεκροπίδαιν | |||
1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Κρονίδης' όπως «Κρονίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΚεκροπίδης αρσενικό
- (πατρωνυμικό σε επιθετική λειτουργία) απόγονος του Κέκροπος
Συγγενικά
επεξεργασία- Κεκροπίδαι (πληθυντικός: οι Αθηναίοι)
→ και δείτε τη λέξη Κέκροψ
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Κεκροπίδης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.