βασιλεία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βασιλεία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική βασιλεία < βασιλεύς
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /va.siˈli.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βα‐σι‐λεί‐α
- τονικό παρώνυμο: βασίλεια
Ουσιαστικό επεξεργασία
βασιλεία θηλυκό
- (πολιτική) το αξίωμα του βασιλιά
- (πολιτική) το πολίτευμα στο οποίο την εξουσία έχει ο βασιλιάς
- το διάστημα κατά το οποίο κάποιος είναι βασιλιάς
- (μεταφορικά) η κυριαρχία, η ακμή ενός φαινομένου, ρεύματος κλπ
Μεταφράσεις επεξεργασία
βασιλεία
Πηγές επεξεργασία
- βασιλεία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- βασιλεία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Εκφράσεις επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
βασιλεία
Πηγές επεξεργασία
- βασιλεία - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- βασιλεία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.